Πέμπτη 1 Ιουλίου 2010

Ιστορίες της κρίσης 1. Μισό καρπούζι.


Πελάτης πλησιάζει τον υπάλληλο του σούπερ μάρκετ και τον ρωτάει πόσο έχουν τα καρπούζια. Ο υπάλληλος απαντάει. Μετά από σωρεία ερωτήσεων ο πελάτης ζητά από τον υπάλληλο να του κόψει μισό καρπούζι. Ουπάλληλος του εξηγεί οτι δεν μπορεί να του κόψει μισό γιατί τα καρπούζια πωλούνται ολόκληρα. Μετά από διαπληκτισμούς ο πελάτης ζητά να δεί το διευθυντή. Ο υπάλληλος πάει αναστατωμένος στο διευθυντή και του λέει, "Κύριε διευθυντά ένας μαλάκας θέλει να του πουλήσω μισό καρπούζι". Όμως ο πελάτης τον έχει ακολουθήσει και μόλις έχει προλάβει να ακούσει τη φράση του υπαλλήλου. Πρίν προλάβει να αντιδράσει στον προσβλητικό χαρακτηρισμό ο υπάλληλος συμπληρώνει, "Και ο κύριος από 'δω θέλει το άλλο μισό". Το θέμα λήγει εκεί, ο πελάτης παίρνει το μισό καρπούζι και ο διευθυντής επαινεί τον υπάλληλο. Του προτείνει μάλιστα να τον τοποθετήσει προϊστάμενο στο νέο κατάστημα στα Λιόσια. "Στα Λιόσια? Μα εκεί μόνο ποδοσφαιριστές και πουτάνες έχει κύριε διευθυντά. Τι λες παιδί μου, η γυναίκα μου είναι απ' τα Λιόσια. Ναι? Και σε ποιά ομάδα παίζει?".
Αυτό είναι ένα παλιό ανέκδοτο για κάποιον που ήθελε ν' αγοράσει μισό καρπούζι. Κάποτε αυτό το αίτημα ακουγόταν αστείο.Δεν άργησε όμως να έρθει ο καιρός που είδα με τα μάτια μου καρπούζια κομένα στη μέση. Και σήμερα ήρθε η μέρα που αγόρασα κι εγώ ένα, κομένο στη μέση και δεν είναι ανέκδοτο.
Δεν είνα μακριά η εποχή που το καρπούζι έκανε 29 δραχμές το κιλό κι όταν ήταν η εποχή του έφτανε και τις 24. Στα Λεχαινά δεν αγοράζαμε ποτέ καρπούζι, μιας και όλο και κάποιος φίλος είχε στο χωράφι του και σε κέρναγε. Να δοκιμάσεις κι απ' το δικό του. Ακόμα κι αν ήθελες ν' αγοράσεις όμως, έδινες πάνω κάτω 300 δραχμές για ένα ολόκληρο.
Σήμερα η τιμή του έχει πενταπλασιαστεί.
Και δεν είναι μόνο το καρπούζι. Είναι το λάδι, είναι το τυρί, το γάλα. Και σα να μην έφτανε αυτό βλέπω στα ράφια καρπούζια και πατάτες Αιγύπτου, ψάρια Αφρικής, κρεμύδια Ολλανδίας, φραγκόσυκα Ιταλίας και λεμόνια Αργεντινής μια ώρα μακρυά απ' την Κορινθία. Πόσο κοστίζει το λεμόνι να έρθει απ' την άλλη άκρη της γής με την τιμή του πετρελαίου σε ύψη ρεκόρ και να είναι πιο φθηνό από το εγχώριο. Την ίδια στιγμή που ο Έλληνας παραγωγός χρωστάει τα λιπάσματα στην τράπεζα.
Είμαστε χαμένοι στη μετάφραση και ο μόνος κερδισμένος είναι ο μεταφραστής. Ο μεσάζοντας, ο έτσι των έτσι. Ο ελεύθερος κι οραίος που τελευταία έγινε νόμιμος και ηθικός. Είναι ο ίδιος που στέλνει το καρπούζι στην Ιταλία να πουληθεί όχι μισό αλλά σε φέτες και φέρνει λεμόνι από την Αργεντινή να το πουλήσει στην Ελλάδα. Αυτή είναι η παγκοσμιοποιημένη οικονομία, το καμάρι της δημιουργικής λογιστικής που βγάζει λεφτά από τη μια τσέπη για να τα βάλει στην άλλη δημιουργόντας κέρδη με ταχυδακτυλουργικά και μπόλικο πετρέλαιο καμένο στο δρόμο. Αυτός όμως είναι και ο σκοπός της ταχυδακτυλουργίας, να πληρώσουμε το μεταφορικό πετρέλαιο υπερκοστολογημένο ως έξοδο παράστασης του ταχυδακτυλουργού μεσάζοντα. Έτσι προκύπτουν τα κέρδη από τη μεταφορά των κεφαλαίων από τσέπη σε τσέπη. Κι εμείς κοιτάμε με το στόμα ανοικτό το φακίρη μεγαλέμπορο με τη μερσεντέ.
Ένα κιλό λάδι, τριάντα γραμμάρια καπνό, χαρτάκια, φίλτρα, ψωμί και έξι αυγά, δεκαπέντε ευρώ. Μισό καρπούζι, λίγα κρεμύδια, λίγες ντομάτες, λίγα αγγούρια και κάτι νεκταρίνια, άλλα δεκαπέντε. Δέκα ευρώ βενζίνη στο μηχανάκι θα τη βγάλουμε κι αυτή τη βδομάδα. Με δανεικά. Δανεικά λεφτά, δανεικός χρόνος. Όμως ο γάιδαρος μαθαίνει να μην τρώει. Μετά όμως ψοφάει ο μαλάκας και ψοφάει κι ο μαλάκας που κάθεται στην πλάτη του.
Δεν είναι μακριά η εποχή που το καρπούζι έκανε 24 δραχμές το κιλό και δεν είχε κανείς αυτοκίνητο. Πηγαίναμε για μπάνιο δέκα δέκα μέσα σ' ένα φίατ 127. Ήταν ακριβά τα εισαγόμενα κι εμείς επιμέναμε Ελληνικά σε θάλασσες και ακτές. Ήμασταν όμως ευτυχισμένοι.
Τη συνέχεια την ξέρετε.